To VBAC προκύπτει από τα αρχικά της αγγλικής φράσης Vaginal Birth After Ceasarean.

Οι περισσότερες γυναίκες επιτυγχάνουν έναν VBAC τοκετό χωρίς οποιαδήποτε επιπλοκή. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της προσπάθειας υπάρχει μια μικρή πιθανότητα η παλιά τομή της μήτρας να ανοίξει (ρήξη μήτρας). Αυτό μπορεί να καταστεί επικίνδυνο τόσο για την μητέρα όσο και για το παιδί.

Η έγκυος ωστόσο δε θα πρέπει να αγχώνεται. Οι πιθανότητες ρήξης είναι πολύ λίγες. Μόνο περίπου 1 στις 200 γυναίκες που επιχειρούν έναν τοκετό μετά από καισαρική τομή, δηλαδή ποσοστό περίπου 0,5% θα πάθει ρήξη μήτρας.

Μερικοί από τους σημαντικούς παράγοντες, οι οποίοι καθορίζουν την πιθανότητα επιτυχίας ενός VBAC τοκετού, είναι ο λόγος πραγματοποίησης καισαρικής τομής, το χρονικό διάστημα που παρεμβλήθηκε μεταξύ της επέμβασης και της νέας εγκυμοσύνης, η ύπαρξη ή μη φυσιολογικού τοκετού στο ιστορικό και το βάρος της εγκύου.

Σε γενικές γραμμές περίπου το 75% των γυναικών με προηγηθείσα καισαρική τομή καταφέρνουν να έχουν έναν επιτυχημένο φυσιλογικό τοκετό. Με τον τρόπο αυτό αποφεύγονται οι κίνδυνοι ενός ανοιχτού χειρουργείου κοιλίας, οι πόνοι μετά την γεννά είναι πολύ λιγότεροι, η κινητοποίηση της μητέρας και η επάνοδος στις φυσιολογικές δραστηριότητες είναι ταχύτερη, η παραμονή στο νοσοκομείο μικρότερη, το νεογέννητο είναι λιγότερο πιθανό να αντιμετωπίσει προβλήματα με την αναπνοή του τις πρώτες στιγμές μετά τη γέννηση του, κτλ.

Τέλος, η επιλογή του ιατρού παίζει καθοριστικό ρολό. Στη σύγχρονη μαιευτική η λογική του‚ “Μια φορά καισαρική – Πάντα καισαρική” θεωρείται τουλάχιστον παρωχημένη.

Παράλληλα, ο μαιευτήρας δεν αρκεί να είναι ενημερωμένος για τις ιδιαιτερότητες ενός VBAC τοκετού. Η εμπειρία σε θέματα εγκυμοσύνης υψηλού κίνδυνου και επιπλεγμένων τοκετών πρέπει να είναι δεδομένη. Μόνο έτσι μπορεί να εξασφαλιστεί μια ασφαλής καθοδήγηση της εγκύου και η αποτελεσματική αντιμετώπιση τυχών επιπλοκών.

Πρόγνωση κινδύνου προεκλαμψίας
Ioannis Raptis
Ο Ιωάννης Κ. Ράπτης διαθέτει κλινική εμπειρία από τη θέση του Επιμελητή Ά του γερμανικού περιγεννητικού κέντρου πρώτου (μέγιστου) βαθμού Allegemeines Krankenhaus Hagen. Εκεί έλαβε πλήρη εκπαίδευση στον τομέα Ειδική Μαιευτική και Περιγεννητική Ιατρική (Spezielle Geburtshilfe und Perinatal Medizin) και εξειδικεύτηκε στις κυήσεις υψηλού κινδύνου και τους επιπλεγμένους τοκετούς, φέρνοντας στον κόσμο περισσότερα από 900 νεογνά, ενώ έλαβε τον τίτλο DEGUM I από την Γερμανική Εταιρεία Ιατρικού Υπερήχου (DEGUM).