lanthasmenes praktikes ypovoithoumeni anaparagogi
  • 1

Η ελλιπής πληροφόρηση των ασθενών πάνω σε θέματα γονιμότητας και υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, η ¨αόρατη¨ τις περισσότερες φορές φύση του προβλήματος και της λύσης του και η έλλειψη ενός κεντρικού μηχανισμού επιστημονικού ελέγχου των ασκούμενων τακτικών και μεθόδων αποτελούν τις βασικές αιτίες που οδηγούν σε λάθη και παραλείψεις κατά τη θεραπεία της υπογονιμότητας.

Με το άρθρο αυτό αναλύουμε τις συχνότερες λανθασμένες πρακτικές που συναντώνται στο πλαίσιο μιας υποβοήθησης και θέτουμε βασικά σημεία αναφοράς για να μπορούμε να τις αναγνωρίσουμε.

Λανθασμένες πρακτικές υποβοηθούμενης αναπαραγωγής

1. Πρόωρη εφαρμογή επεμβατικών τεχνικών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής (εξωσωματική).

Ως υπογονιμότητα ορίζουμε την αδυναμία ενός ζευγαριού να επιτύχει σύλληψη μετά από τουλάχιστον 12 μήνες τακτικών επαφών. Ακόμη και μετά από αυτό το χρονικό διάστημα και εφόσον το ιστορικό (και κυρίως η ηλικία της ασθενούς) το επιτρέπει, η υποβοήθηση με συντηρητικές μεθόδους αποτελεί μία εξαιρετική ευκαιρία για το ζευγάρι να επιτύχει τον στόχο του, αποφεύγοντας σημαντική σωματική και οικονομική επιβάρυνση.

Η πρόωρη αποθάρρυνση των συντρόφων σχετικά με την ικανότητά τους να επιτύχουν μία σύλληψη και η εφαρμογή επεμβατικών μεθόδων υποβοηθούμενης αναπαραγωγής χωρίς την αξιοποίηση συντηρητικών αλλά αποτελεσματικών μεθόδων υποβοήθησης οφείλει να αποφεύγεται. 

2. Εξωσωματική γονιμοποίηση με χρήση ίδιων ωαρίων σε γυναίκες άνω των 40 ετών, οι οποίες εμφανίζουν εξάντληση των ωοθηκών.

 Η μέθοδος της εξωσωματικής γονιμοποίησης στοχεύει στη διέγερση ποιοτικών και επαρκών αποθεμάτων ωαρίων, ενώ χάνει το νόημά της όταν αυτά δεν υπάρχουν. Aυτό που τα περισσότερα ζευγάρια δυσκολεύονται να κατανοήσουν είναι πως:

Μετά την ηλικία των 44-45 ετών η πιθανότητα τεκνοποίησης ΔΕΝ ΑΥΞΑΝΕΤΑΙ ΜΕ ΤΗ ΜΕΘΟΔΟ ΤΗΣ ΕΞΩΣΩΜΑΤΙΚΗΣ ΓΟΝΙΜΟΠΟΙΗΣΗΣ και είναι ίδια με αυτήν της φυσιολογικής επαφής (λιγότερο από 1% ανά κύκλο). Το ίδιο φαινόμενο παρατηρείται σε κάποιες περιπτώσεις ακόμη και από την ηλικία των 40 ετών όταν οι τιμές FSH και AMH υποδηλώνουν εξάντληση των ωοθηκών.

Αυτό συμβαίνει διότι η μέθοδος της εξωσωματικής γονιμοποίησης:

  • Δεν μπορεί να βελτιώσει μία ήδη υποβαθμισμένη ποιότητα ωαρίων.

και

  • Δεν μπορεί να αυξήσει ήδη μειωμένα αποθέματα ωοθηκών.

Επίσης θα πρέπει να θυμόμαστε πως στόχος για την ασθενή δεν είναι απλά η γονιμοποίησή της αλλά η τεκνοποίηση. Συνεπώς οφείλει να υπολογίζεται και να αναφέρεται η πιθανότητα γέννησης παιδιού και όχι όπως συμβαίνει συχνά (και μερικές φορές παραπλανητικά) απλά η πιθανότητα γονιμοποίησης.

3. Εφαρμογή ιατρικά μη τεκμηριωμένων μεθόδων υποβοήθησης, των οποίων η αποτελεσματικότητα δεν έχει επιβεβαιωθεί.

Βασική αρχή της σύγχρονης ιατρικής αποτελεί η εφαρμογή τεκμηριωμένων και επαληθευμένων τεχνικών και μεθόδων για την φροντίδα του ασθενή (Evidence Based Medicine).

Επιπλέον, οι ιατρικές επιλογές δεν μπορούν να βασίζονται σε προσωπικές θεωρήσεις των επαγγελματιών υγείας, οι οποίες ενδέχεται να αποδειχθούν ελλιπείς, λανθασμένες ή ακόμη και παραπλανητικές.

Στο πλαίσιο αυτό αμφίβολες – με τα σημερινά δεδομένα – πρακτικές όπως κολπικές πλύσεις με αντιφλεγμονώδη ή αντιβιοτικά σκευάσματα, θεραπείες μείωσης NK (Νatural Κillers) κυττάρων, εξετάσεις ¨παραθύρου εμφύτευσης¨ του ενδομητρίου (ERA Test) κ.α. επιτρέπεται να εφαρμόζονται μόνο στο πλαίσιο ερευνών ή δοκιμών ή κατόπιν ενημέρωσης των ασθενών για τη μη απόλυτα τεκμηριωμένη αποτελεσματικότητά τους.

4. Εφαρμογή τεχνικών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής χωρίς τη διόρθωση ορμονικών και μεταβολικών διαταραχών ή ελλείψεων βιταμινών.

Η διαμόρφωση ενός ιδανικού ορμονικού και μεταβολικού περιβάλλοντος στον οργανισμό της ασθενούς συμβάλλουν σημαντικά στην αύξηση της πιθανότητας σύλληψης.

Η ρύθμιση της λειτουργίας του θυρεοειδή, των επινεφριδίων και της υπόφυσης, η θεραπεία τυχών διαταραχών μεταβολισμού της γλυκόζης (συχνά σε Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών) και η κάλυψη πιθανών ελλείψεων βιταμινών (συχνότερα βιταμίνη D) αποτελούν βασικά στοιχεία μιας ιδανικής προετοιμασίας της ασθενούς.

5. Μη έμφαση στην κατάρτιση του βιολόγου-εμβρυολόγου.

Δυστυχώς δεν είναι ευρέως γνωστή η σημαντική (αν όχι η σημαντικότερη) συμβολή των βιολόγων-εμβρυολόγων της κλινικής στην επιτυχία ή αποτυχία μιας προσπάθειας υποβοηθούμενης αναπαραγωγής.

Είναι οι εκείνοι οι επιστήμονες, οι οποίοι θα φροντίσουν για τη σωστή επεξεργασία των ωαρίων μετά την ωοληψία, θα καθορίσουν με ειδικές τεχνικές τη γονιμοποίησή τους και θα διαχειριστούν με προσοχή και επιδεξιότητα τα έμβρυα, τα οποία θα προκύψουν, μέχρι αυτά να μεταφερθούν στο εσωτερικό της μήτρας.

Συνιστούν για τον λόγο αυτόν τον πυρήνα της επιστήμης της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής και η επαρκής τους επιστημονική κατάρτιση αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την μεγιστοποίηση της πιθανότητας επιτυχίας.

6. Ανεπαρκής έλεγχος των δοτών ωαρίων και σπέρματος.

Στις περιπτώσεις εκείνες, κατά τις οποίες η διαδικασία της εξωσωματικής γονιμοποίησης με ωάρια της ασθενούς έχει κακή πρόγνωση ή έχει ήδη αποτύχει, η πραγματοποίηση εξωσωματικής γονιμοποίησης με χρήση ωαρίων δότριας αποτελεί στη χώρα μας μία τελευταία αλλά ταυτόχρονα εξαιρετικά αποτελεσματική επιλογή.

Παράλληλα γυναίκες, οι οποίες επιθυμούν να τεκνοποιήσουν χωρίς να υπάρχει κάποιος σύντροφος, καταφεύγουν στη χρήση σπέρματος δότη.

Και στις δύο περιπτώσεις ο δανεικός γαμέτης (ωάριο ή σπερματοζωάριο) παρέχεται από τράπεζες γενετικού υλικού, οι οποίες οφείλουν να πληρούν αυστηρότατους κανόνες ασφαλείας. Ανάμεσα τους και η ανάγκη εξονυχιστικού ελέγχου των δοτών για γενετικές και μολυσματικές νόσους, ως βασική προϋπόθεση για τη δημιουργία υγειών εμβρύων. Έλεγχος, ο οποίος θα πρέπει να πιστοποιείται και να γνωστοποιείται γραπτώς στην ασθενή, η οποία λαμβάνει το γενετικό υλικό.

7. Μη εξατομικευμένη υποβοήθηση

Η εφαρμογή μεθόδων υποβοηθούμενης αναπαραγωγής με χρήση τυφλοσούρτη και χωρίς να λαμβάνονται υπόψιν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε ζευγαριού ξεχωριστά υπονομεύει την αποτελεσματικότητα της διαδικασίας και δεν έχει θέση στη σύγχρονη γυναικολογία.

Η προσεκτική μελέτη του ιστορικού της ασθενούς, η αξιοποίηση των κλινικοεργαστηριακών ευρημάτων και ο συνυπολογισμός της ιδιοσυγκρασίας και των επιδιώξεων του ζευγαριού αποτελούν βασικές προϋποθέσεις για τη διαμόρφωση ενός εξατομικευμένου και κατ’ επέκταση λειτουργικού και αποτελεσματικού θεραπευτικού πλάνου.

Ioannis Raptis

Στο ιατρείο του Ι. Κ. Ράπτη η αντιμετώπιση των προβλημάτων υπογονιμότητας πραγματοποιείται με βάση τις επίσημες οδηγίες της ¨Ορμονικής Σχολής της Φρανκφούρτης, Γερμανία¨ - ¨Frankfurter Hormonschule¨.