Τεστ Παπ, Τεστ HPV, Κολποσκόπηση – Ας βάλουμε μια σειρά!
  • 4

Η σύγχυση πολλών γυναικών γύρω από τις μεθόδους πρόληψης του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας είναι ένα φαινόμενο λυπηρό, το οποίο συχνά οφείλεται στην ανεπαρκή κατάρτιση των ίδιων των επαγγελματιών υγείας πάνω σε θέματα δυσπλασίας (βλάβης) τραχήλου και την επακόλουθη ελλιπή ενημέρωση των ασθενών.

Το φαινόμενο αυτό πέρα από την ανασφάλεια που προκαλεί, μπορεί να έχει αρνητική επίδραση στην ίδια την ποιότητα της πρόληψης και κατ‘ επέκταση στην υγεία των γυναικών.

Στη συνέχεια του άρθρου παρουσιάζουμε συνοπτικά και απλουστευμένα βασικές γνώσεις, οι οποίες αφορούν τις διαθέσιμες μεθόδους πρόληψης του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας.

Με το τεστ Παπ ελέγχουμε μόνο τον τράχηλο της μήτρας.

Συνεπώς ένα καλό αποτέλεσμα της εξέτασης ΔΕΝ εξασφαλίζει τη συνολική γυναικολογική υγεία μιας ασθενούς. Το αιδοίο, ο κόλπος, το σώμα της μήτρας, οι σάλπιγγες και οι ωοθήκες αποτελούν τμήματα του γεννητικού συστήματος, τα οποία δεν μπορεί να αξιολογήσει ένα τεστ Παπ.

Με το τεστ Παπ δεν βλέπουμε αν μία γυναίκα έχει κονδυλώματα.

Τα κονδυλώματα είναι μικρά ογκίδια – θηλώματα, τα οποία προκαλούνται από τον ιό των κονδυλωμάτων (HPV) και μπορούν εύκολα να ταυτοποιηθούν με γυμνό μάτι στην επιφάνεια του δέρματος, τον κόλπο ή την επιφάνεια του τραχήλου.

Την ίδια στιγμή ο ιός HPV μπορεί να προκαλέσει και άλλες βλάβες (προκαρκινικές αλλοιώσεις – δυσπλασία) στην επιφάνεια του τραχήλου, οι οποίες τις περισσότερες φορές δεν φαίνονται με γυμνό μάτι.

Ένα θετικό τεστ Παπ υποδηλώνει τις περισσότερες φορές την ύπαρξη τέτοιων ακριβώς βλαβών και όχι κονδυλωμάτων.

Η προληπτική πραγματοποίηση του τεστ Παπ με συχνότητα μεγαλύτερη από μία φορά κάθε χρόνο είναι περιττή.

Όλες οι έρευνες μάλιστα δείχνουν πως μέχρι την ηλικία των 25 – 30 ετών το τεστ Παπ μπορεί να επαναλαμβάνεται κάθε 2 χρόνια, χωρίς καμία έκπτωση στην ασφάλεια των γυναικών.

Το τεστ Παπ μόνο του από την ηλικία των 25 – 30 ετών και μετά δεν είναι αρκετό.

Οι περισσότερες έρευνες δείχνουν πως από την ηλικία των 25 – 30 ετών και μετά η πρόληψη του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας οφείλει να πραγματοποιείται μέσω του συνδυασμού του τεστ Παπ με το τεστ HPV. Ο συνδυασμός αυτός παρέχει διαγνωστική ευαισθησία άνω του 99%.

Το τεστ HPV δεν πρέπει να πραγματοποιείται σε γυναίκες νεότερες των 25 ετών.

Όλες οι έρευνες δείχνουν πως στις ηλικίες αυτές η ανίχνευση του ιού δεν σημαίνει αυξημένο κίνδυνο για την ανάπτυξη δυσπλασίας ή καρκίνου του τραχήλου της μήτρας.

Αντίθετα η πραγματοποίηση του τεστ μπορεί να οδηγήσει σε υπερδιάγνωση του ιού σε εντελώς υγιείς γυναίκες και να τις υποβάλλει σε άσκοπες διαγνωστικές και θεραπευτικές διαδικασίες με δυνητικές επιπτώσεις για την υγεία τους.

Ένα θετικό τεστ του ιού των κονδυλωμάτων (HPV) δεν σημαίνει πως η ασθενής έχει κονδυλώματα.

Σημαίνει απλά πως τη δεδομένη χρονική στιγμή η επιφάνεια του τραχήλου φέρει τον ιό, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η πιθανότητα εμφάνισης ή εξέλιξης βλαβών (κυρίως δυσπλασίας και λιγότερο συχνά κονδυλωμάτων).

Ένα παθολογικό τεστ Παπ δεν ακολουθείται πάντα από τεστ HPV ή κολποσκόπηση.

Η ανάγκη πραγματοποίησης των ειδικών αυτών εξετάσεων εξαρτάται από τη βαρύτητα της βλάβης που πιθανολογείται από το τεστ Παπ αλλά και από το ιστορικό της ασθενούς. Με άλλα λόγια ο τρόπος πρόληψης οφείλει να είναι εξατομικευμένος.

Η λογική του ¨Μη γνωρίζοντας ακριβώς τι πρέπει να κάνουμε, κάνουμε ότι υπάρχει¨ είναι ιατρικά ατεκμηρίωτη και επικίνδυνη.

Η κολποσκόπηση δεν πραγματοποιείται σε οποιονδήποτε γιατρό.

Η κολποσκόπηση είναι μία εξέταση κατά την οποία ο γιατρός παρατηρεί με ειδική κάμερα την επιφάνεια του αιδοίου, του κόλπου και του τραχήλου της μήτρας και αναζητεί προκαρκινικές αλλοιώσεις, στις οποίες μπορεί να οφείλεται ένα παθολογικό τεστ Παπ ή τεστ του ιού των κονδυλωμάτων (HPV).

Η πραγματοποίηση της εξέτασης από μη εξειδικευμένους γυναικολόγους ενέχει δύο κυρίως κινδύνους. Ο πρώτος είναι να μην εντοπιστεί μια υπαρκτή αλλοίωση και συνεπώς να εκτεθεί η γυναίκα σε κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου. Ο δεύτερος αφορά την πιθανότητα ο γυναικολόγος να διαγνώσει λανθασμένα την ύπαρξη νόσου σε εντελώς υγιείς γυναίκες και να τις υποβάλλει σε άσκοπες θεραπείες με δυνητικές επιπτώσεις για την υγεία τους.

Η κολποσκόπηση αποτελεί για τον λόγο αυτό εξειδικευμένη ιατρική πράξη, η οποία οφείλει να πραγματοποιείται ΜΟΝΟ από γιατρούς με την κατάλληλη εκπαίδευση και την απαραίτητη διαπίστευση.

Ένα παθολογικό τεστ Παπ δεν σημαίνει απαραίτητα και επέμβαση.

Ένα θετικό τεστ Παπ δεν αποτελεί διάγνωση αλλά δηλώνει αυξημένη πιθανότητα ύπαρξης μιας βλάβης. Μόνο κατόπιν επιβεβαίωσης της διάγνωσης μέσω μικροβιοψίας και μόνο αν η βλάβη είναι υψηλού βαθμού υπάρχει ένδειξη για χειρουργική θεραπεία.

Ας μην ξεχνάμε πως αχρείαστες επεμβάσεις στον τράχηλο ενέχουν, εκτός των άλλων, τον κίνδυνο πρόωρου τοκετού σε μία μελλοντική εγκυμοσύνη.

Η πραγματοποίηση χειρουργικής θεραπείας της τραχηλικής δυσπλασίας χωρίς τη διενέργεια κολποσκόπησης είναι λανθασμένη.

Πριν από οποιαδήποτε χειρουργική θεραπεία μιας δυσπλασίας οφείλει να πραγματοποιείται πλήρης χαρτογράφηση και ιστολογική επιβεβαίωση (μικροβιοψία) της βλάβης μέσω κολποσκόπησης. Μόνο έτσι μπορεί η αφαίρεση της βλάβης να ακολουθήσει στοχευμένα, με τον ελάχιστο δυνατό τραυματισμό υγειών ιστών.

Ioannis Raptis

Ο Ιωάννης Κ. Ράπτης υπήρξε επικεφαλής του κέντρου δυσπλασίας τραχήλου και κολποσκόπησης, του ακαδημαϊκού νοσοκομείου Agaplesion Allgemeines Krankenhaus Hagen, Γερμανίας. Επίσης είναι πιστοποιημένος ιατρός για την πραγματοποίηση κολποσκόπησης και αντιμετώπιση της τραχηλικής δυσπλασίας από την Γερμανική Εταιρεία Κολποσκόπησης και Δυσπλασίας Τραχήλου (AGCPC). Οι εξετάσεις πραγματοποιούνται με γερμανικό κολποσκόπιο τελευταίας τεχνολογίας (Atmos LED-Kolposkop i View 31).